Δευτέρα 23 Ιουλίου 2012

And the Oscar goes to...

         Για ποιο λόγο μας αρέσει ένα τραγούδι; Τι είναι αυτό που μας ελκύει και μας κολλάει σαν βδέλλες πάνω σε μια μελωδία; Πως φτάνουμε από την στιγμή της ακρόασης και της επεξεργασίας μέσω του εγκεφάλου στο στάδιο της θεοποίησης ενός μουσικού κομματιού; Θα μου πείτε, πολύ επιστημονικά το είδα το θέμα. Με λίγα λόγια τι είναι αυτό που κερδίζει το Oscar για το πιο αγαπητό σημείο μέσα σε μια μουσική σύνθεση; Αυτά τα (μερικές φορές) στρατηγικά τοποθετημένα δευτερόλεπτα που σου προκαλούν ψυχική ευφορία; ¨Η για να το πούμε διαφορετικά, αυτός ο άτιμος ηθικός αυτουργός που σε κάνει να θέλεις να φωνάξεις μέσα στα μούτρα οποιουδήποτε περαστικού: "Πόσο γαμάει αυτή η τραγουδάρα;;;".
         Εάν το δούμε ψύχραιμα το θέμα, το πρώτο που σκάει στο μυαλό μας είναι το ρεφρέν. Για να το πούμε πιο σωστά το chorus. Εάν κάνεις μια γρήγορη αναδρομή στα αγαπημένα σου τραγούδια ever, στοιχηματίζω ότι το συγκεκριμένο σημείο είναι αυτό που τα κάνει τα περισσότερα να ξεχωρίζουν.
         Ας μιλήσουμε λίγο γενικά. Στην pop και γενικότερα mainstream μουσική, αυτό που επικρατεί κατά κράτος είναι το προαναφερθέν σημείο. Η σύνθεση είναι έτσι δημιουργημένη ώστε να περιμένεις πως και πως για την φωνητική μελωδία που θα απογειώσει τον τραγουδιστή/ρια στην κορυφή του Billboard. Στο επίσης chart favorite hip hop και r'n'b τα πράγματα λειτουργούν σχεδόν το ίδιο. Αυτό που κάνει την διαφορά είναι ότι ΠΡΕΠΕΙ να υπάρχει κάποιος πίσω από το μικρόφωνο ο οποίος θα προφέρει τις λέξεις όσο πιο λειψές γίνεται. Γιατί να μπεις στον κόπο να πεις whore όταν μπορείς να πεις hο; Σημείωση: για το chorus χρησιμοποιούμε γυναικεία φωνητικά τα οποία μας κάνουν να αναρωτιόμαστε πόσο γκομενάρα είναι αυτή που τραγουδάει. Και αν πιάσουμε και την σύγχρονη ελληνική μουσική για παράδειγμα, η συνταγή είναι σχετικά απλή. Αυτό που θα σου κάνει κλικ είναι και πάλι το ρεφρέν όπου χρειάζεται τους κατάλληλους στίχους για να μπει το κερασάκι στην τούρτα. Προφανώς και αυτός που διασκεδάζει στα μπουζούκια θα ουρλιάξει την ώρα που ο καλλιτέχνης μιλάει για γυναίκες που δεν αξίζουν, για γυναίκες που αξίζουν και πάνω κάτω, δεξιά αριστερά γύρω από συγκεκριμένο θέμα. Εκεί είναι το σημείο μηδέν όπου γεννιέται μια επιτυχία. Είναι η στιγμή που καρφώνεται στο μυαλό ένας ψυχολογικός εθισμός και η ανάγκη να ξανακούσεις το τραγούδι ξανά και ξανά και ξανά....
          Και μετά απ όλα αυτά καταλήγω στα δικά μας χωράφια.Κοιτάζω τις παραπάνω τυχαίες μουσικές κατηγορίες και ώρες ώρες αναρωτιέμαι γιατί να μην είμαι ένας από αυτούς. Ήξερα τι θα περιμένω και θα ανταμειβόμουν γενναιόδωρα. Ενώ τώρα που βρίσκομαι; Μπλεγμένος μέσα σε riff, solos, beatdowns, breaks, ακουστικές κιθάρες, δισολίες, τσιριχτά ρεφρέν, brutal φωνητικά, γυναικεία οπερετικά φωνητικά, δίκασες και ότι άλλο μπορείς να φανταστείς. Σαφώς και έχουμε πιο δύσκολο έργο. Για παράδειγμα στο Ironman (τι πάει να πει ποιών;;;) το αγαπημένο μου σημείο είναι το heavy όσο και η βαρύτητα της γης riff του Ιοmmi. Το προτιμώ από το "nobody wants him" part. Κακά τα ψέμματα στην πλειοψηφία των τραγουδιών του σκληρού ήχου πάλι το ρεφρέν επικρατεί. Η μήπως όχι; Υπάρχει μπάντες που κάθε δευτερόλεπτο της μουσικής τους είναι το ίδιο απολαυστικές (SOAD).
Σε άλλες σε ελκύουν απόκοσμες και αντιεμπορικές μελωδιές και περίεργες συχνότητες φωνητικών(Tool). Γιατί κολλάμε και μετά από αρκετές ακροάσεις μπορούμε να τραγουδήσουμε 10λεπτες οδύσσειες(Opeth); Έχει τύχει να μην μου αρέσει καθόλου συγκεκριμένο τραγούδι αλλά να λατρεύω το solo του. Ας το παραδεχτούμε όλοι: πιο αναγνωρίσιμη είναι η αρχικό lead του Sweet child o' mine παρά τα σημεία που τραγουδάει ο Axl.
            Μέσα στο μυαλό μου επικρατεί ένας πανικός όταν τα σκέφτομαι αυτά. Σε αυτό που καταλήγω είναι ότι στην αγαπημένη μας μουσική έχουμε πολλά hooks που μπορούμε να πιαστούμε. Μπορεί να κολλήσουμε με το ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ. Από την περίεργη προφορά του τραγουδιστή μέχρι εκείνο το γύρισμα στα drums (τι παίζει πάλι ο άνθρωπος;) στο 5:27. Προσωπικά νιώθω τυχερός. Έχεις ποικιλία και διαλέγεις ότι σου αρέσει. Δημιουργικοί φραγμοί συνήθως δεν υπάρχουν, οπότε όλο και κάτι συναρπαστικό θα μπορούμε να ακούμε. Την επόμενη φορά που θα ακούσετε ένα τραγούδι (πιθανότατα ακούτε κάποιο αυτή τη στιγμή που διαβάζετε αυτό το κατεβατό) σαν mindgame σκεφτείτε τι σας αρέσει περισσότερο.Ή λιγότερο. Και μετά πείτε μου και μένα για να ξέρω.


Υ.Γ.: Oscar σίγουρα παίρνει η διοργάνωση και η πραγματοποίηση των Μουσικών Κυμάτων 2012. Πόσο τέλειο θα ήταν να είχαμε κάθε σ/κ για όλο το καλοκαίρι τέτοια δρώμενα; Ουτοπικό αλλά μου αρέσει να ονειρεύομαι ξύπνιος. Όλες οι μπάντες παίξανε με την ψυχή τους αλλά η εμφάνιση των Tardive Dyskinesia ήταν βασιλική. Μεγάλη μπάντα. 

Σάββατο 14 Ιουλίου 2012

Grace under pressure

       Όσο προχωρούν οι μέρες προς τον Αύγουστο η όλη κατάσταση μοιάζει με γολγοθάς. Η ζέστη επιδεινώνεται επικίνδυνα, η αναμονή για τις αναθεματισμένες διακοπές  είναι πανταχού παρών και από την άλλη μεριά σπας το κεφάλι σου να καταλήξεις ποιος δίσκος είναι καλύτερος.
Δεν λέω, η χρονιά μέχρι στιγμής μας έχει συμπεριφερθεί άψογα. Συγκλονιστικοί οι Gojira, δυναμίτης ο Slash, τρελό κόλλημα το Baroness, δισκάρα και το Resolution (FREE RANDY!!!) και πάει λέγοντας...
        Κάπου εκεί μπαίνει στο παιχνίδι η κυρία της φωτογραφίας με την μπάντα της. Τι, metal; Ούτε καν. Pure 70's rock,soul, blues με σύγχρονο ήχο. H Grace Potter στα δικά μου μάτια, μοιάζει να πετάχτηκε μέσα από το τσούρμο των groupies που πολιορκούσαν ένα ακόμα ξενοδοχείο των Led Zeppelin κάπου στην California στα μέσα των 70's. Και για κάποιο λόγο οι κινήσεις της μου φέρνουν στο νου το Almost Famous του Crowe. Το ίδιο ισχύει και για την μπάντα της. Απλά όλα τα βλέμματα τα τραβάει η ξανθιά (αλλά έξυπνοτατη) Grace. H οποία είναι αυτή τη στιγμή η ποιοτικότερη rock chick αν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τον όρο. Και σίγουρα η πιο sexy. Και ακόμα πιο σίγουρα με την πιο  καταπληκτική φωνή και συνθετική ικανότητα να γράφει τραγουδάρες.
      Τους Grace Potter & the Nocturnals τους έμαθα πριν 2 χρόνια όταν κυκλοφόρησαν τον ομώνυμο δίσκο τους (το οποίο σημειωτέον ήταν και το breakthrough τους). Με hitakia τύπου Paris και Medicine δεν ήταν δύσκολο να κολλήσω με τον δίσκο. Και να τον λιώσω στις ακροάσεις. Άπειρες ακροάσεις.
Και πολλή καψούρα. Για την Grace φυσικά. Στην πορεία εντρύφησα στις παλιότερες δουλειές τους με τις οποίες ομολογώ ότι δεν ξετρελάθηκα. Και πριν από περίπου ένα μήνα σκάει μύτη ο καινούργιος δίσκος της μπάντας "The Lion, the Beast, the Beat". Πριν την πρώτη ακρόαση, το άγχος μου χτύπησε την πόρτα. "Λες να είναι πατάτα και τόσο καιρό να την πάτησα με one hit wonders; 5 λεπτά αργότερα όταν και τελείωσε το πρώτο τραγούδι του δίσκου, ήξερα.
       Εάν ο προηγούμενος δίσκος τους ήταν πιο αυθόρμητος, αυτός είναι πιο ώριμος. Σε μια κριτική διάβασα ότι είναι ολική αντιγραφή των Ηeart. Καταρχάς η Grace πέρα από το ότι παίζει συχνά live covers του Crazy on You και συν το ότι έχει εμφανιστεί live με τις Nancy και Ann Wilson , ποτέ δεν έκρυψε την αγάπη της για αυτή την μπάντα. Αλλά σε καμία περίπτωση δεν την αντιγράφει. Παίρνει τις απαραίτητες επιρροές και τις αφομοιώνει μέσα στο προσωπικό ήχο της μπάντας της. Και σαν κερασάκι στην τούρτα δεν σταματάει να πειραματίζεται.
     Το ομώνυμο τραγούδι  είναι μεγαλειώδες arena rock anthem. Με την καθαρά 70's lead μελωδία σε ωθεί να σιγοτραγουδάς ώρες μετά το ρεφρέν. Το Never Go Back είναι το πρώτο single του δίσκου και αν στη αρχή ακούγεται κάπως περίεργο, μετά από λίγο κολλάς. Από κει πέρα  έχει μέσα τραγουδάρες όπως το Stars (ο ορισμός της σωστής μπαλάντας), Turntable (υπάρχει πιο sexy τραγούδι; Hell no. ), Keepsake (απόλυτα ταιριαστό για το καλοκαίρι hit), The Divide (αργό και σκοτεινό) και Roulette (ΑΥΤΑ τα τραγούδια πρέπει να παίζουν οι "rock" ραδιοφωνικοί σταθμοί). Θα ανέφερα και τα υπόλοιπα αλλά το κείμενο δεν θα τελείωνε ποτέ και ο επόμενος Grace δίσκος θα είχε βγει. Προς το παρόν πάω να λιώσω πάλι τον δίσκο, να δω κάνα live video και να ονειρευτώ την ξανθιά από το Vermont...